Γλυκοζυλιωμένη Αιμοσφαιρίνη (HbA1c)

Η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c) αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό δείκτη στη διαχείριση του σακχαρώδη διαβήτη.

Πρόκειται για ουσία που δημιουργείται όταν η γλυκόζη του αίματος συνδέεται με την αιμοσφαιρίνη, την κύρια πρωτεΐνη που βρίσκεται στα ερυθρά αιμοσφαίρια, μέσω μιας διαδικασίας που ονομάζεται γλυκοζυλίωση.

Η γλυκόζη του αίματος συνδέεται μέσω αυτής της χημικής αντίδρασης με την αιμοσφαιρίνη δημιουργώντας ένα σύμπλοκο προϊόν που μπορεί να παραμείνει στο αίμα μας για πολλές εβδομάδες, καθώς ο μέσος όρος ζωής των ερυθρών αιμοσφαιρίων του ανθρώπου είναι περίπου 120 ημέρες.

Η ιδιότητα αυτή καθιστά την γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c) έναν αξιόπιστο δείκτη της γλυκαιμίας σε σχέση με τις καθημερινές μετρήσεις γλυκόζης, καθώς οι τελευταίες παρέχουν μια στιγμιαία εικόνα των επιπέδων γλυκόζης, ενώ η HbA1c αποτυπώνει μια πιο μακροχρόνια εικόνα του ελέγχου της γλυκαιμίας.

Η διαγνωστική τιμή για το σακχαρώδη διαβήτη έχει καθοριστεί ως HbA1c ≥ 6.5%, ενώ οι τιμές μεταξύ 5.7% και 6.4% θεωρούνται ότι συνδυάζονται με αυξημένο κίνδυνο εξέλιξης σε σακχαρώδη διαβήτη, δηλαδή ισοδύναμες με προδιαβήτη.

Όμως η τιμή της HbA1c μπορεί να χρησιμοποιηθεί σύμφωνα με τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) αλλά και της Ελληνικής Διαβητολογικής Εταιρίας (ΕΔΕ) για τη διάγνωση του σακχαρώδη διαβήτη με την προϋπόθεση ότι η μέτρηση γίνεται με πιστοποιημένη μέθοδο σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Τυποποίησης της Γλυκοζυλιωμένης Αιμοσφαιρίνης των ΗΠΑ (National Glycohemoglobin Standardization Program-NGSP) και δεν συνυπάρχουν καταστάσεις που καθιστούν τη μέτρησή της αναξιόπιστη (όπως αιμοσφαιρινοπάθειες, νεφρική ανεπάρκεια, αιμολυτική αναιμία).

Η αξία της HbA1c για τη διάγνωση του προδιαβήτη δεν έχει καθοριστεί διεθνώς. Τόσο ο ΠΟΥ, όσο και η Ευρωπαϊκή Εταιρία Διαβήτη και η ΕΔΕ, δεν συνιστούν τη χρήση της για τη διάγνωσή του, ενώ προτείνουν τη χρήση της δοκιμασίας φόρτισης με γλυκόζη.

Για τους ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη και τους επαγγελματίες υγείας η περιοδική μέτρηση και παρακολούθηση των επιπέδων της HbA1c αποτελεί ένα σημαντικότατο εργαλείο για τον έλεγχο του διαβήτη, αλλά και της πρόληψης των επιπλοκών της νόσου. Στόχος για μια καλή ρύθμιση αποτελούν τιμές HbA1c μεταξύ 6% και 7%, ποσοστά που έχουν καθοριστεί μέσω σημαντικότατων στο χώρο του ΣΔ κλινικών μελετών όπως η DCCT (Diabetes Control and Complications Trial) και η UKPDS (United Kingdom Prospective Diabetes Study). Μέσω αυτών αποδείχθηκε ο συσχετισμός ανάμεσα στα χαμηλά επίπεδα HbA1c και τη σημαντική μείωση του κινδύνου εμφάνισης επιπλοκών της νόσου όπως νεφροπάθεια, αμφιβληστροειδοπάθεια και νευροπάθεια.

Ο τακτικός έλεγχος της HbA1c επιτρέπει στον ιατρό να έχει μια καλή εικόνα για τη ρύθμιση του ασθενή και να τροποποιήσει τη θεραπεία εγκαίρως ώστε να διατηρηθούν τα επιθυμητά επίπεδα ρύθμισης για τον ασθενή.

Scroll to Top