Παχυσαρκία

Η παχυσαρκία είναι μια χρόνια νόσος που οφείλεται στην υπερβολική αύξηση του λίπους και οδηγεί στην αποθήκευσή του σε διάφορα όργανα όπως το ήπαρ, οι μύες, η καρδιά. Η εναπόθεση λίπους παράγει ορμόνες, οι οποίες με τη σειρά τους επιφέρουν σημαντικές αλλαγές στη λειτουργία του οργανισμού.

Η παχυσαρκία δεν αποτελεί απλά ένα αισθητικό πρόβλημα, αλλά αποτελεί κίνδυνο για εμφάνιση νόσων όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, η αρτηριακή υπέρταση, η δυσλιπιδαιμία, το μεταβολικό σύνδρομο, διάφορες καρδιαγγειακές παθήσεις, τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια και μπορεί να προκαλέσει σοβαρές μυϊκές και κινητικές δυσλειτουργίες και να δυσχεραίνει σε μεγάλο βαθμό την ποιότητα υγείας των ανθρώπων.

Στην ανάπτυξη της παχυσαρκίας εμπλέκονται γενετικοί παράγοντες, συμπεριφορικές και ορμονικές επιδράσεις που οδηγούν σε χρόνια πρόσληψη περίσσειας θερμίδων και μειωμένη σωματική άσκηση. Σπανιότερα μπορεί να οφείλεται ή να επιδεινώνεται λόγω ορμονικών διαταραχών, όπως το σύνδρομο Cushing και το σύνδρομο Prader-Willi.

Η κατανόηση της επιστήμης για τις αιτίες και τις διαταραχές της παχυσαρκίας συνεχώς βελτιώνεται, αποκαλύπτοντας τους μηχανισμούς που είναι υπεύθυνοι για την εμφάνισή της, τις ορμόνες που εμπλέκονται στη διαδικασία και πώς επηρεάζουν τα κύτταρα του λιπώδους ιστού και την όρεξη, τον εγκέφαλο, τον μεταβολισμό και τελικά την πρόσληψη και απώλεια βάρους.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), ορίζει την παχυσαρκία σύμφωνα με τον υπολογισμό του Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ, BMI).
Πρόκειται για μαθηματικό τύπο που λαμβάνει υπόψη το ύψος και το βάρος ενός ανθρώπου. Υπολογίζεται διαιρώντας το βάρος (σε κιλά) με το τετράγωνο το ύψους (σε μέτρα).

Σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση αυτή:

BMI κάτω από 18.5 kg/m2: Λιποβαρής
BMI 18.5-24.9 kg/m2: Κανονικό σωματικό βάρος
BMI 25.0-29.9 kg/m2: Υπέρβαρος
BMI 30.0-34.9 kg/m2: παχύσαρκος (κατηγορία Ι)
BMI 35.0-39.9 kg/m2: παχύσαρκος (κατηγορία ΙΙ)
BMI πάνω από 40.0 kg/m2: νοσογόνος παχυσαρκία (κατηγορία ΙΙΙ)

Ο Δείκτης Μάζας Σώματος αποτελεί μια εύλογη εκτίμηση του σωματικού λίπους και είναι καθολικά αποδεκτός. Όμως δεν μπορεί να προσδιορίσει με ακρίβεια το σωματικό λίπος ή την κοιλιακή παχυσαρκία. Νεότερες παράμετροι, όπως η μέτρηση της περιμέτρου της μέσης φαίνεται να υπερτερούν στην εκτίμηση της κοιλιακής παχυσαρκίας.

Πόσο συχνή είναι η παχυσαρκία;

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, περίπου 6 στους 10 ενήλικες και πάνω από 2 στα 10 παιδιά είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι.

Στην Ελλάδα, το 27.6% των ανδρών και το 25.6% των γυναικών είναι παχύσαρκοι, με βάσει επίσημα στοιχεία του 2003.

Το 2020, σύμφωνα με τον ΠΟΥ, 1 στους 2 άνδρες και 1 στις 3 γυναίκες είναι υπέρβαροι, ενώ 1 στα 6 άτομα είναι παχύσαρκοι.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις, το 2035, 39% των ενηλίκων στη χώρα μας θα είναι παχύσαρκοι.

Παθοφυσιολογία της παχυσαρκίας

Αν εξετάσουμε πόση διακύμανση υπάρχει από μέρα σε μέρα στην ποσότητα και τα είδη των τροφών που τρώμε και τη σωματική δραστηριότητα που κάνουμε, το σωματικό μας βάρος στην ενήλικη ζωή παραμένει αξιοσημείωτα σταθερό με την πάροδο του χρόνου. Αυτό δείχνει ότι κατά κάποιο τρόπο η συσσωρευτική ενεργειακή μας πρόσληψη και οι ενεργειακές μας δαπάνες αντιστοιχίζονται.

Η ομοιοστατική ρύθμιση του σωματικού βάρους συμβαίνει κυρίως στον υποθάλαμο και ειδικότερα στον τοξοειδή πυρήνα αυτού, μέσω της ενσωμάτωσης σημάτων από την περιφέρεια που μεταφέρουν πληροφορίες τόσο για τη βραχυπρόθεσμη πρόσληψη τροφής όσο και για τα μακροπρόθεσμα αποθέματα ενέργειας.

Μέσα στο τοξοειδή πυρήνα είναι δύο διασυνδεδεμένες ομάδες νευρώνων με αντίθετα αποτελέσματα στο ενεργειακό ισοζύγιο. Οι νευρώνες που συνεκφράζουν το νευροπεπτίδιο Υ (NPY) και το πεπτίδιο AgRP διεγείρουν την πρόσληψη τροφής, ενώ εκείνα που εκφράζουν την προοπιομελανοκορτίνη (POMC), η οποία διασπάται για να σχηματίσει α-μελανοκυτταροτρόπος ορμόνη (α-MSH), αναστέλλουν την πρόσληψη τροφής. Και οι δύο αυτές ομάδες νευρώνων προβάλλουν σε νευρώνες δεύτερης τάξης σε άλλα μέρη του υποθαλάμου συμπεριλαμβανομένου του παρακοιλιακού πυρήνα και του πλάγιου υποθαλάμου.

Πληροφορίες από έναν αριθμό κυκλοφορούντων ορμονών από την περιφέρεια αποστέλλονται στον υποθάλαμο και τον οπίσθιο εγκέφαλο μέσω της κυκλοφορίας του αίματος και το πνευμονογαστρικό νεύρο και επεξεργάζονται κεντρικά για να επηρεαστεί τελικά η σχετική ισορροπία δραστηριότητας μεταξύ των δύο τοξοειδών κυκλωμάτων του πυρήνα. Οι ορμόνες λεπτίνη και ινσουλίνη εμπλέκονται στη μακροπρόθεσμη σηματοδότηση, ενώ τα βραχυπρόθεσμα σήματα στέλνουν πληροφορίες στον εγκέφαλο από γεύμα σε γεύμα, συμπεριλαμβανομένου ορμονών από το γαστρεντερικό σωλήνα και το πάγκρεας, όπως η γκρελίνη από το στομάχι, που αυξάνει την πείνα, η χολοκυστοκινίνη (CCK), το GLP-1 (γλυκαγονόμορφο πεπτίδιο 1), το PYY (πεπτίδιο ΥΥ) και η αμυλίνη μεταξύ άλλων.

Η λεπτίνη είναι η βασική περιφερική ορμόνη που εμπλέκεται στη ρύθμιση του σωματικού βάρους. Εκκρίνεται κυρίως από τα λιποκύτταρα, σε αναλογία με τη λιπώδη μάζα και μεταφέρεται μέσω του αιματοεγκεφαλικού φραγμού ​​όπου δρα στον υποθάλαμο για να μειώσει την έκφραση του AgRP και του NPY και να τονώσει την έκφραση του POMC, αναστέλλοντας έτσι την πρόσληψη τροφής και αυξάνοντας την ενεργειακή δαπάνη. Η συγγενής ανεπάρκεια λεπτίνης στον άνθρωπο είναι μία σπάνια αιτία νοσογόνου παχυσαρκίας.

Στην πλειονότητα των ατόμων με παχυσαρκία, τα επίπεδα λεπτίνης στην κυκλοφορία είναι αυξημένα, αντανακλώντας σε μια υψηλή λιπώδη μάζα και το γεγονός ότι η λεπτίνη αποτυγχάνει να αποτρέψει την αύξηση βάρους μπορεί να υποδηλώνει ότι η αντίσταση στη λεπτίνη είναι χαρακτηριστικό της παχυσαρκίας. Μια άλλη εξήγηση είναι ότι ο πρωτογενής ρόλος της λεπτίνης μπορεί να μην είναι να καταστέλλει την όρεξη όταν αυξάνονται τα αποθέματα λίπους, αλλά να σηματοδοτεί την εξάντληση της ενέργειας κατά τη διάρκεια ενός αρνητικού ενεργειακού ισοζυγίου.

Πρέπει να αναφερθεί εδώ ότι η ομοιοστατική ρύθμιση δεν είναι ο μόνος παράγοντας που επηρεάζει τη διατροφική μας συμπεριφορά. Σαφώς αν η όρεξη ελεγχόταν μόνο από ομοιοστατικούς μηχανισμούς, δεν θα αντλούσαμε την ευχαρίστηση που κάνουμε από το φαγητό και θα τρώγαμε μόνο για να πληρώσουμε τις διατροφικές μας απαιτήσεις.

Αλλά εκτός από τις ομοιοστατικές οδούς, ο υποθάλαμος λαμβάνει εισροή από τον φλοιό και τα κυκλώματα ανταμοιβής στο μεταιχμιακό σύστημα – ή ηδονικά μονοπάτια – που σχετίζονται με την όραση, την όσφρηση και τη γεύση του φαγητού, μαζί με συναισθηματικούς και κοινωνικούς παράγοντες που όλοι συμβάλλουν στην ενεργειακή πρόσληψη και δαπάνη. Αυτά τα ηδονικά μονοπάτια μπορούν να παρακάμψουν την ομοιόσταση, επομένως μερικές φορές θέλουμε να καταναλώνουμε εύγευστη, ενεργειακά πυκνή τροφή ακόμα και όταν τα αποθέματά μας, ενέργειας είναι επαρκή.

Υπάρχει επίσης αλληλεπίδραση μεταξύ των ομοιοστατικών και των ηδονικών οδών.

Υπάρχει ένας αριθμός μεταβλητών που επηρεάζουν το μέγεθος ενός ατόμου, που κυμαίνεται από την ατομική φυσιολογία και ψυχολογία σε κοινωνικές και κοινωνικές επιρροές, όπως η δομή του δομημένου περιβάλλοντος και επηρεάζει τις ευκαιρίες για σωματική δραστηριότητα, καθώς και την κουλτούρα και τα οικονομικά της παραγωγής και κατανάλωσης τροφίμων.
Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας είναι οι γενετικές επιρροές και η κληρονομικότητα που ευθύνεται για μεγάλο μέρος της διακύμανσης του σωματικού βάρους μεταξύ των ατόμων, όπως έχουν δείξει μελέτες που έχουν διεξαχθεί σε πανομοιότυπους διδύμους.

Επιπλοκές της παχυσαρκίας

Οι άνθρωποι με παχυσαρκία παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση άλλων νοσημάτων, όπως:

  • στεφανιαία νόσο (με αύξηση του κινδύνου κατά 17% σε σχέση με μη παχύσαρκα άτομα),
  • αρτηριακή υπέρταση (σε ποσοστό περίπου 17%),
  • σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (με αύξηση του σχετικού κινδύνου 57%),
  • χολολιθίαση (με ποσοστό 30%),
  • οστεοαρθρίτιδα (με αύξηση του κινδύνου 14%),

καθώς επίσης

Σε παχύσαρκα άτομα έχουν παρατηρηθεί επίσης αυξημένα ποσοστά εμφάνισης διάφορων μορφών καρκίνου, όπως του τραχήλου της μήτρας, των ωοθηκών, του παχέος εντέρου, του ορθού, του μαστού και του παγκρέατος, σε σχέση με το γενικό πληθυσμό.

Αξίζει επίσης να αναφερθεί ότι η απώλεια βάρους σε ποσοστό 5-10% του συνολικού βάρους έχει αποδειχθεί ότι προσφέρει σημαντικότατα οφέλη στην υγεία, μειώνει

  • τη θνητότητα κατά 5-10%,
  • μειώνει τη συστολική αρτηριακή πίεση κατά 10mmHg και τη διαστολική κατά 20mmHg σε ποσοστό 20-25%,
  • μειώνει τη γλυκόζη νηστείας κατά 30-50%,
  • μειώνει την ολική χοληστερόλη κατά 10%, την LDL χοληστερόλη κατά 15% και τα τριγλυκερίδια κατά 30%, ενώ αυξάνει την HDL χοληστερόλη κατά 8%.

Θεραπευτική προσέγγιση της παχυσαρκίας

Η παχυσαρκία είναι μια χρόνια νόσος και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζεται, με συγκεκριμένο θεραπευτικό πλάνο και τακτική παρακολούθηση.
Η θεραπευτική προσέγγιση της παχυσαρκίας έχει ως κύριους πυλώνες τη δίαιτα, την άσκηση, την αλλαγή του τρόπου ζωής γενικότερα, τη φαρμακευτική αντιμετώπιση, αλλά και την βαριατρική χειρουργική.
Η μείωση της κατανάλωσης θερμίδων μέσω ενός υγιεινού και ισορροπημένου διαιτολογίου, σε συνδυασμό με την αύξηση της φυσικής δραστηριότητας μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στην απώλεια βάρους και τη διατήρηση του.

Απώλεια βάρους

Στόχος είναι για απώλεια 0.5 έως 1 κιλό την εβδομάδα.

Η απώλεια βάρους προϋποθέτει τη δημιουργία αρνητικού ισοζυγίου ενέργειας δηλαδή πρόσληψη τροφής 500 με 1.000 kcal την ημέρα λιγότερες από τις ημερήσιες ανάγκες.

Το μοτίβο της δίαιτας που θα ακολουθηθεί πρέπει να είναι εξατομικευμένο.

Υπάρχουν πολλές προσεγγίσεις όπως οι δίαιτες χαμηλές σε ενέργεια που είναι κετογονικές, οι δίαιτες με χαμηλούς υδατάνθρακες, οι διαλείπουσες δίαιτες, αλλά και η πιο κλασικές προσεγγίσεις όπως η μεσογειακή δίαιτα.

Διατροφική εκπαίδευση

Στόχος της είναι η αλλαγή του τρόπους ζωής αλλά και του τρόπου που κάποιος σκέφτεται και συμπεριφέρεται απέναντι στο φαγητό.

Σε πολλές και διαφορετικές μελέτες, η τροποποίηση του τρόπου ζωής έχει επιδείξει μία μείωση του βάρους κατά 5 με 8%.

Άσκηση

Το είδος της άσκησης που προτιμούμε σε προγράμματα απώλειας βάρους είναι σε συνδυασμό με την υποθερμιδική δίαιτα η αερόβια άσκηση, γιατί βασίζεται στη μεγαλύτερη πρόσληψη οξυγόνου που σημαίνει περισσότερες καύσεις στον οργανισμό και κινητοποίηση του σωματικού λίπους.

Η άσκηση αυτή μπορεί να περιλαμβάνει απλό γρήγορο περπάτημα, κολύμπι, ποδήλατο, τρέξιμο ή συμμετοχή σε αθλήματα.

Το ζητούμενο είναι να διατηρήσουμε τους καρδιακούς παλμούς σε χαμηλό επίπεδο για διαστήματα άνω των 20 λεπτών δηλαδή σε επίπεδα 65 με 75% της μέγιστης καρδιακής συχνότητας (ΜΚΣ).

Φαρμακευτική αγωγή

Η φαρμακευτική αγωγή αποτελεί μέρος μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής για την διαχείριση της νόσου της παχυσαρκίας.

Η χρήση φαρμάκων σκευασμάτων εγκεκριμένων για την παχυσαρκία μπορεί να βοηθήσει τους ασθενείς να διατηρήσουν το επίπεδο της συμμόρφωσης τους να μειώσουν τους κινδύνους υγείας που σχετίζονται με την παχυσαρκία, να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής τους αλλά προλάβουν την ανάπτυξη επιπλοκών της παχυσαρκίας όπως η καρδιαγγειακές παθήσεις και ο διαβήτης τύπου 2.

Σύμφωνα με τις Αμερικανικές οδηγίες για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, η φαρμακευτική αγωγή θα πρέπει να συστήνεται άτομα με δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) πάνω από 30kg/m2 όταν αυτά δεν έχουν επιπλοκές ή αυξημένο κίνδυνο για ανάπτυξη επιπλοκών ή πάνω από 27kg/m2 σε άτομα με επιπλοκές που σχετίζονται με την παχυσαρκία (όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, το μεταβολικό σύνδρομο, η υπνική άπνοια, η δυσλιπιδαιμία, η αρτηριακή υπέρταση) και εφόσον η τροποποιήσεις στον τρόπο ζωής τους δεν έχουν αποφέρει επαρκές κλινικό όφελος.

Τα φάρμακα που είναι συγκεκριμένα και διαθέσιμα στη χώρα μας για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας σε συνδυασμό με την υγιεινοδιαιτιτική παρέμβαση είναι:

  • η ορλιστάτη (Xenical),
  • ο συνδυασμός ναλτρεξόνης/βουπροπιόνης (Mysimba) και
  • η λιραγλουτίδη σε δόση 3mg ημερησίως (Saxenda).

Πρόσφατα στην Αμερική αλλά και στην Ευρωπαϊκή Ένωση έλαβε έγκριση για χορήγηση στην παχυσαρκία η Σεμαγλουτίδη (Wegovy) σε δόση 2.4 mg εβδομαδιαίως και η Τιρζεπατίδη (Mounjaro, Zepbound) σε δόσεις από 2.5mg έως 15mg εβδομαδιαίως.
Με βάσει τις διάφορες κλινικές μελέτες που έχουν διεξαχθεί, η μέση απώλεια βάρους για την Ορλιστάτη φαίνεται να είναι περίπου 2.9 με 3,4%. τη Ναλτρεξόνη/Βουπροπιόνη 4,8-6,0% για το πρώτο έτος χορήγησης, τη Λιραγλουτίδη στο 7 με 8% για το πρώτο έτος, τη Σεμαγλουτίδη στο 12.5% το πρώτο έτος και τη Τιρζεπατίδη άνω του 15% μετά από χορήγηση 72 εβδομάδων.

Βαριατρική χειρουργική

Η χειρουργική προσέγγιση ενδείκνυται σε ασθενείς με δείκτη μάζας σώματος πάνω από 30kg/m2 ή δείκτη μάζας σώματος πάνω από 25kg/m2 με δύο τουλάχιστον συνοδές παθήσεις όπως Σακχαρώδης διαβήτης, Δυσλιπιδαιμία, Αρτηριακή υπέρταση, Καρδιοαναπνευστικά προβλήματα, Υπνική άπνοια.

Σχετική ένδειξη αποτελεί και η αποτυχία το συντηρητικών μεθόδων απώλειας βάρους. Η βαριατρική χειρουργική περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα χειρουργικών τεχνικών, όπως επεμβάσεις δυσαπορρόφησης (χολοπαγκρεατικές εκτροπές), περιοριστικού τύπου (γαστρικός ιμάντας, γαστρική παράκαμψη, επιμήκης γαστρεκτομή, γαστροπλαστική, γαστρικό μπαλόνι), αλλά και επεμβάσεις μικτού τύπου.

Η αποτελεσματικότητα τους ως προς τη μεταβολή του αρχικού βάρος κυμαίνεται από 22 έως 32% τα πρώτα δύο χρόνια μετά την επέμβαση, ποσοστά που μειώνονται σε βάθος χρόνου. Η επιλογή του τύπου της επέμβασης είναι μία διαδικασία εξατομικευμένη πάντα σε συνεργασία με εξειδικευμένο και έμπειρο χειρουργό.

Scroll to Top